Το εξειδικευμένο διαγνωστικό υπερηχογράφημα για αδενομύωση και ενδομητρίωση αποτελεί μία από τις πιο αξιόπιστες και μη επεμβατικές μεθόδους διάγνωσης αυτών των συχνών γυναικολογικών παθήσεων. Η αδενομύωση και η ενδομητρίωση είναι δύο διαφορετικές αλλά συχνά συνυπάρχουσες παθολογίες που επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των γυναικών, προκαλώντας χρόνιο πυελικό άλγος, βαριές και επώδυνες εμμηνορρυσίες, καθώς και προβλήματα γονιμότητας.
Η αδενομύωση ορίζεται ως η παρουσία έκτοπου ενδομήτριου ιστού (στρώμα και αδένες) μέσα στο μυομήτριο της μήτρας, προκαλώντας υπερτροφία των παρακείμενων λείων μυϊκών ινών και οδηγώντας σε αύξηση του μεγέθους της μήτρας. Οι έκτοποι ενδομήτριοι αδένες προέρχονται κυρίως από τη βασική στιβάδα του ενδομητρίου και δεν επηρεάζονται από την κυκλική μεταβολή των ορμονών, σε αντίθεση με αυτούς της ενδομητρίωσης. Από την άλλη, η ενδομητρίωση αφορά την παρουσία λειτουργικού ενδομήτριου ιστού εκτός της μήτρας, κυρίως στις ωοθήκες, τις σάλπιγγες, το περιτόναιο και σε ορισμένες περιπτώσεις στο έντερο ή στην ουροδόχο κύστη. Πρόκειται για μία συχνή πάθηση που επηρεάζει το 5-10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, προκαλώντας χρόνιο πυελικό άλγος και υπογονιμότητα. Σε γυναίκες με ενδομητρίωση, η συχνότητα της υπογονιμότητας ξεπερνά το 60%, καθώς οι ενδομητριωσικές βλάβες και οι συμφύσεις αλλοιώνουν την ανατομία των σαλπίγγων και των ωοθηκών, μειώνοντας τις πιθανότητες φυσικής σύλληψης.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που σχετίζονται με την ενδομητρίωση είναι η καθυστερημένη διάγνωσή της, η οποία μπορεί να φτάσει τα 7 έως 10 έτη από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η φυσιολογικοποίηση των συμπτωμάτων από τις ίδιες τις γυναίκες, η έλλειψη ενημέρωσης και η ελλιπής αναγνώριση της πάθησης από τους επαγγελματίες υγείας. Πολλές γυναίκες που υποφέρουν από έντονους πόνους κατά την έμμηνο ρύση ή τη σεξουαλική επαφή θεωρούν τα συμπτώματα φυσιολογικά ή αποδίδονται λανθασμένα σε άλλες καταστάσεις όπως το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου ή ουρολογικές λοιμώξεις. Η καθυστερημένη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει σε προοδευτική επιδείνωση των συμπτωμάτων, με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών όπως η υπογονιμότητα, οι συμφύσεις και η ανάγκη για πιο επεμβατικές θεραπείες στο μέλλον.
Οι δύο παθήσεις παρουσιάζουν παρόμοια συμπτωματολογία, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη διάγνωσή τους χωρίς εξειδικευμένο υπερηχογραφικό έλεγχο. Τα κυριότερα συμπτώματα της αδενομύωσης περιλαμβάνουν έντονο πόνο κατά την έμμηνο ρύση (δυσμηνόρροια), βαριές και παρατεταμένες εμμηνορρυσίες (μηνορραγία) που μπορεί να οδηγήσουν σε αναιμία, χρόνιο πυελικό πόνο, πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία) και αίσθημα βάρους στην πυελική περιοχή λόγω της αυξημένης μεγέθυνσης της μήτρας από τη διήθηση του μυομητρίου. Αντίστοιχα, η ενδομητρίωση εκδηλώνεται με σοβαρό πόνο πριν και κατά τη διάρκεια της περιόδου, επώδυνη σεξουαλική επαφή, επίμονο πόνο στη λεκάνη που δεν σχετίζεται απαραίτητα με την έμμηνο ρύση, πόνο κατά την κένωση του εντέρου (δυσχεσία), δυσφορία και πόνο κατά την ούρηση (δυσουρία) και συχνά υπογονιμότητα λόγω της διαταραχής στη φυσιολογική λειτουργία των σαλπίγγων και των ωοθηκών.
Η υπερηχογραφική διάγνωση της αδενομύωσης και της ενδομητρίωσης πραγματοποιείται με διακολπικό υπερηχογράφημα υψηλής ανάλυσης, το οποίο αποτελεί μία από τις πιο ευαίσθητες μεθόδους ανίχνευσης αυτών των καταστάσεων. Στην αδενομύωση, τα υπερηχογραφικά ευρήματα περιλαμβάνουν υποηχογενείς περιοχές με ασαφή όρια εντός του μυομητρίου, μυομήτριες μικροκύστεις, ηχογενείς γραμμοειδείς περιοχές, ασυμμετρία στη διαμόρφωση της μήτρας και αύξηση του πάχους της μεταβατικής ζώνης του μυομητρίου πάνω από 11 χιλιοστά. Στην ενδομητρίωση, οι υπερηχογραφικές ενδείξεις περιλαμβάνουν την παρουσία ενδομητριωμάτων στις ωοθήκες, τα οποία εμφανίζονται ως ομοιογενείς υποηχογενείς μάζες με λεπτό τοίχωμα, καθώς και εστίες διήθησης στο έντερο, την ουροδόχο κύστη και την περιτοναϊκή κοιλότητα.
Ο γιατρός, με εξειδίκευση στην προγεννητική και γυναικολογική υπερηχογραφία, προσφέρει διαγνωστικό υπερηχογράφημα υψηλής ακρίβειας για την ανίχνευση της αδενομύωσης και της ενδομητρίωσης. Χάρη στη διεθνή πιστοποίησή του από την DEGUM (Deutsche Gesellschaft für Ultraschall in der Medizin) στην υπερηχογραφία γυναικολογικών παθήσεων, εξασφαλίζει ακριβή διάγνωση και στοχευμένη θεραπευτική καθοδήγηση για τις γυναίκες που πάσχουν από αυτές τις καταστάσεις. Με πολυετή εμπειρία στον τομέα της γυναικολογικής υπερηχογραφίας και της αναπαραγωγικής υγείας, εφαρμόζει τις πλέον σύγχρονες διαγνωστικές μεθόδους για την έγκαιρη και αξιόπιστη ανίχνευση της αδενομύωσης και της ενδομητρίωσης, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της καθυστερημένης διάγνωσης και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.