Ογκολογία

Καρκίνος του ενδομητρίου

Ο καρκίνος του ενδομητρίου είναι ο συχνότερος γυναικολογικός καρκίνος στις ανεπτυγμένες χώρες και αφορά τον βλεννογόνο της μήτρας, δηλαδή το ενδομήτριο. Συχνότερα εμφανίζεται σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, με μέση ηλικία διάγνωσης τα 58–62 έτη. Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι η μετεμμηνοπαυσιακή αιμορραγία, ενώ σε γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση μπορεί να εμφανιστεί με ανώμαλες αιμορραγίες, μηνορραγία ή μεσοκυκλική αιμορραγία.


Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την παχυσαρκία, τον σακχαρώδη διαβήτη, την υπέρταση, τη μακροχρόνια έκθεση σε οιστρογόνα χωρίς προγεστερόνη, καθώς και κληρονομικά σύνδρομα όπως το σύνδρομο Lynch (HNPCC). Ο γενετικός έλεγχος για μεταλλάξεις στα γονίδια MLH1, MSH2, MSH6 και PMS2 ενδείκνυται σε ασθενείς με ισχυρό οικογενειακό ιστορικό.


Η διάγνωση βασίζεται στην ενδομήτρια βιοψία, είτε με ενδομήτριο καθετήρα στο ιατρείο είτε με υστεροσκοπική λήψη δείγματος. Ο διακολπικός υπέρηχος αποτελεί σημαντικό εργαλείο, με πάχος ενδομητρίου άνω των 4 mm σε μετεμμηνοπαυσιακή γυναίκα με αιμορραγία να θεωρείται παθολογικό και να χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Η αξονική τομογραφία και η μαγνητική πυέλου χρησιμοποιούνται για τον προεγχειρητικό σταδιοποιητικό έλεγχο.


Η θεραπευτική προσέγγιση εξαρτάται από τον ιστολογικό τύπο, το στάδιο της νόσου και τους παράγοντες κινδύνου. Η τυπική θεραπεία περιλαμβάνει ολική υστερεκτομή με αμφοτερόπλευρη σαλπιγγο-ωοθηκεκτομή και, όπου ενδείκνυται, λεμφαδενικό καθαρισμό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η επέμβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί με ελάχιστα επεμβατική τεχνική, όπως λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά, προσφέροντας ταχεία ανάρρωση και λιγότερες επιπλοκές.


Η ρομποτική χειρουργική προσέγγιση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε παχύσαρκες ασθενείς και σε πολύπλοκες περιπτώσεις. 


Σε επιλεγμένες περιπτώσεις και σε γυναίκες με πρώιμο, καλά διαφοροποιημένο καρκίνωμα που επιθυμούν διατήρηση της γονιμότητας, μπορεί να εξεταστεί η συντηρητική, ορμονική θεραπεία υπό στενή παρακολούθηση. Η μετεγχειρητική θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει ακτινοβολία ή/και χημειοθεραπεία, ανάλογα με τα παθολογοανατομικά ευρήματα.


Η έγκαιρη διάγνωση αυξάνει σημαντικά την πρόγνωση, με τα ποσοστά ίασης να υπερβαίνουν το 90% στα πρώιμα στάδια. Η προληπτική γυναικολογική εξέταση, σε συνδυασμό με ενδομήτριο υπέρηχο και άμεση διερεύνηση της αιμορραγίας, παραμένουν καθοριστικά για την προστασία της γυναικείας υγείας.


**Ο γιατρός διαθέτει εξειδίκευση στην γυναικολογική ογκολογία, ενώ η εμπειρία του σε ογκολογικό κέντρο στη Γερμανία του προσφέρει πολυετή πρακτική στην αντιμετώπιση πρώιμων και προχωρημένων μορφών της νόσου στο πλαίσιο πολυεπιστημονικής ομάδας.

Νεότερες Εξελίξεις