Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας είναι μία κακοήθης νόσος που αναπτύσσεται στον τράχηλο της μήτρας, δηλαδή στο κατώτερο τμήμα της μήτρας που συνδέεται με τον κόλπο. Πρόκειται για μία από τις συχνότερες μορφές γυναικολογικού καρκίνου παγκοσμίως, η οποία ωστόσο μπορεί σε μεγάλο βαθμό να προληφθεί και να διαγνωστεί έγκαιρα, χάρη στον προληπτικό γυναικολογικό έλεγχο και τον εμβολιασμό κατά του ιού HPV.
Η κύρια αιτία ανάπτυξης του καρκίνου τραχήλου της μήτρας είναι η εμμένουσα λοίμωξη από ογκογόνους τύπους του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV – Human Papillomavirus). Ο ιός μεταδίδεται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η λοίμωξη υποχωρεί αυτόματα. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις παραμένει και μπορεί να οδηγήσει σε προκαρκινικές αλλοιώσεις (CIN), οι οποίες με την πάροδο του χρόνου ενδέχεται να εξελιχθούν σε καρκίνο.
Στα πρώιμα στάδια, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας δεν προκαλεί συνήθως συμπτώματα. Σε πιο προχωρημένα στάδια, μπορεί να εμφανιστούν μη φυσιολογικές κολπικές αιμορραγίες, ιδίως μετά από σεξουαλική επαφή, δύσοσμες κολπικές εκκρίσεις ή πόνος στην περιοχή της πυέλου. Λόγω της αρχικά ασυμπτωματικής του φύσης, η προληπτική γυναικολογική εξέταση είναι ζωτικής σημασίας. Το τεστ Παπανικολάου (Pap-test) και το HPV-test αποτελούν βασικά εργαλεία για την πρώιμη ανίχνευση κυτταρικών αλλοιώσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε καρκίνο.
Η διάγνωση περιλαμβάνει τη λήψη βιοψίας υπό κολποσκοπικό έλεγχο, ώστε να επιβεβαιωθεί η παρουσία κακοήθειας. Εφόσον επιβεβαιωθεί διηθητική νόσος, ακολουθεί η σταδιοποίηση με απεικονιστικές εξετάσεις όπως μαγνητική τομογραφία πυέλου (MRI), αξονική ή PET-CT, σύμφωνα με τις διεθνείς και γερμανικές κατευθυντήριες οδηγίες (S3-Leitlinie Zervixkarzinom).
Η θεραπεία εξαρτάται από το στάδιο της νόσου, την ηλικία και τις αναπαραγωγικές επιθυμίες της ασθενούς. Στα πρώιμα στάδια, η θεραπευτική αντιμετώπιση είναι κυρίως χειρουργική και μπορεί να περιλαμβάνει την αφαίρεση τμήματος του τραχήλου (κωνοειδής εκτομή), ριζική υστερεκτομή, και – όταν ενδείκνυται – λεμφαδενικό καθαρισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ειδικά σε νεαρές γυναίκες, μπορεί να εφαρμοστεί συντηρητική θεραπεία με διατήρηση της μήτρας, εφόσον πληρούνται τα απαραίτητα ιατρικά κριτήρια. Σε πιο προχωρημένα στάδια, η θεραπεία βασίζεται κυρίως στον συνδυασμό ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας.
Η ελάχιστα επεμβατική χειρουργική (λαπαροσκοπική ή ρομποτικά υποβοηθούμενη) εφαρμόζεται σε επιλεγμένες περιπτώσεις πρώιμης νόσου, εφόσον διασφαλίζεται η ογκολογική ασφάλεια της επέμβασης, σύμφωνα με τα εκάστοτε δεδομένα και τις συστάσεις των διεθνών κατευθυντήριων οδηγιών. Ορισμένες μελέτες έχουν καταδείξει διαφοροποιήσεις στην πρόγνωση ανάλογα με τον τρόπο χειρουργικής προσπέλασης, επομένως η απόφαση για τον τύπο της επέμβασης πρέπει να λαμβάνεται εξατομικευμένα.
Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, εφαρμόζεται πρόγραμμα τακτικής παρακολούθησης, το οποίο περιλαμβάνει γυναικολογική εξέταση, κυτταρολογικό έλεγχο και, εφόσον χρειάζεται, επιπλέον απεικονιστικές εξετάσεις. Η παρακολούθηση στοχεύει στην έγκαιρη ανίχνευση πιθανής υποτροπής και στην υποστήριξη της ασθενούς στη φάση της αποκατάστασης.
Ο καρκίνος τραχήλου της μήτρας είναι από τις λίγες μορφές καρκίνου που μπορούν να προληφθούν αποτελεσματικά. Ο εμβολιασμός κατά του HPV, σε συνδυασμό με τον τακτικό προληπτικό έλεγχο, αποτελεί τον πιο ισχυρό συνδυασμό προστασίας. Η ενημέρωση, η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση σώζουν ζωές.